Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

διὰ πασῶν τῶν ζημιῶν

См. также в других словарях:

  • διεξέρχομαι — (AM διεξέρχομαι) [εξέρχομαι] 1. διαβαίνω, περνώ ανάμεσα 2. (για βιβλία, έγγραφα κ.λπ.) μελετώ απ την αρχή ώς το τέλος 3. διαπραγματεύομαι ένα θέμα με κάθε λεπτομέρεια μσν. υποστηρίζω αρχ. 1. υπομένω πόνους 2. (με την προθ. δια) α) περνώ διαδοχικά …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»